- ανθρωπομετρία
- Η αναζήτηση όλων των αναγκαίων και δυνατών μεθόδων για να γίνει όσο μπορεί πιο αντικειμενική η περιγραφή της ανθρώπινης μορφής.
Την α. ως σύγχρονο επιστημονικό κλάδο εγκαινίασε ο Βέλγος Αντόλφ Κετελέ (1796-1874) με τη θεωρία του περίμέσου ανθρώπου, ενός ιδανικού δηλαδή ατόμου που οι σωματικές διαστάσεις του αντιστοιχούν σε αυτές που συναντώνται συχνότερα μέσα στην ομάδα στην οποία ανήκει. Μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη της α. έδωσε η ανθρωπολογική σχολή του Παρισιού (Μπροκά, Ντε Κατρεφάζ, Τοπινάρ) και η γερμανική σχολή του Ρούντολφ Μάρτιν. Οι εργασίες των επιστημόνων αυτών οδήγησαν στη διαπίστωση ότι τα σωματικά χαρακτηριστικά που είναι δυνατόν να μετρηθούν, και τα οποία είχαν αρχικά θεωρηθεί σταθερά, υποβάλλονται σε προσαρμογές. Γι’ αυτό οι ατομικές παραλλαγές του κεφαλικού δείκτη μέσα στην ίδια ανθρώπινη ομάδα έχουν σημασία. Η λευκή φυλή γίνεται βαθμιαία βραχυκέφαλη, χωρίς να είναι ακόμα δυνατόν να καθοριστούν οι αιτίες αυτού του φαινομένου. Ο Φρ. Μπόας απέδειξε (1912) ότι στην Αμερική οι απόγονοι των μεταναστών (Σικελοί, Σκοτσέζοι) είχαν λιγότερο μακρύ κεφάλι από τους γονείς τους και πως τα παιδιά Ευρωπαίων βραχυκεφάλων είχαν λιγότερο κοντό κεφάλι· συνεπώς υπήρχε μια τάση προς τη μεσοκεφαλία. Αντίστροφα, οι Ιάπωνες μεσοκέφαλοι, που είχαν μεταναστεύσει στα νησιά Χαβάη, είχαν παιδιά βραχυκέφαλα. Σε ένα γενικότερο πεδίο διαπιστώθηκε επίσης πως εδώ και έναν αιώνα το ανάστημα του ανθρώπου μεγαλώνει στην Αμερική και στην Ευρώπη, ίσως εξαιτίας της βαθμιαίας ελάττωσης των μυϊκών εργασιών, της καλύτερης διατροφής και της απασχόλησης με τον αθλητισμό κατά την παιδική και εφηβική ηλικία.
Οι σωματομετρικές μέθοδοι χρησιμεύουν στη μέτρηση μεμονωμένων μερών του ανθρώπινου σώματος. Για να εκτελεστεί μία τέτοια μέτρηση χρειάζεται να είναι γνωστά τα ανθρωπομετρικά σημεία, δηλαδή τα σημεία της εξωτερικής επιφάνειας του σώματος και του σκελετού που εύκολα αναγνωρίζονται και προσδιορίζονται και να χρησιμοποιούνται κατάλληλα όργανα. Οι μετρήσεις αφορούν την απόσταση μεταξύ των ανθρωπομετρικών σημείων και δεν εκτιμώνται αυτές καθαυτές, αλλά σε συνδυασμό με άλλες, οι οποίες έχουν εκλεγεί κατά τρόπο που να προκύπτει, εκτός από ένα απόλυτο μέγεθος, μια σχέση αυτού του μεγέθους προς ένα άλλο γνωστό, σχέση που μπορεί να δώσει μια καλύτερη ιδέα της μορφής. Συνήθως, στις σχέσεις αυτές oένας όρος (κατά κανόνα ομικρότερος) πολλαπλασιάζεται επί 100(ανθρωπολογικοί δείκτες). Έτσι π.χ. ο ρινικός δείκτης προκύπτει κατά τον ακόλουθο τρόπο από τη σχέση του πλάτους προς το ύψος της μύτης:
πλάτος της μύτης x 100
ύψος της μύτης
και ανάλογα με αυτόν οι άνθρωποι διακρίνονται σε λεπτόρρινους (όπως οι Ευρωπαίοι), μεσόρρινους (η πλειοψηφία των μογγολοειδών), χαμαίρρινους (όπως οι νεγροειδείς) και υπερχαμαίρρινους, όπου ο δείκτης αντιστρέφεται, επειδή το πλάτος της μύτης υπερβαίνει το ύψος (όπως π.χ. στους Αφρικανούς Πυγμαίους). Όλα τα κύρια μέρη του σώματος και το κάθε οστό χωριστά, καθώς και ζώνες του σκελετού που περιλαμβάνουν περισσότερα οστά (λεκάνη κλπ.) περιγράφονται από έναν ή περισσότερους δείκτες. Από τους πιο σημαντικούς δείκτες είναι οι κρανιακοί (για τα απολιθωμένα υπολείμματα) και οι κεφαλικοί δείκτες (για ζώντες ανθρώπους), οι φυσιογνωμικοί δείκτες (που αναφέρονται στο πρόσωπο) και οι σωματικοί δείκτες· ιδιαίτερα το κρανίο, με βάση τα διάφορα μέρη του, προσδιορίζεται από τουλάχιστον 36 διαφορετικούς δείκτες. Υπάρχουν έπειτα πολλοί σχηματισμοί που δεν μπορούν να υποβληθούν σε μέτρηση και οι οποίοι ωστόσο είναι σημαντικοί για τη σύγκριση μεταξύ φυλών και ατόμων, όπως η κατατομή της μύτης, το σχήμα του ματιού, το σχήμα του πτερυγίου του αφτιού και η διάταξη των θηλοειδών γραμμών των δαχτύλων.
Η α. υιοθέτησε για περιγραφές αυτού του τύπου τη χρήση των λεγόμενων ανθρωπολογικών κλιμάκων, που εγκαινιάστηκαν στις αρχές του 20ού αι. Κάθε κλίμακα αποτελείται από μία σειρά μορφών με τη μεγαλύτερη δυνατή διαβάθμιση· κάθε μορφή είναι αριθμημένη και η λεγόμενη μέτρηση (στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για μέτρηση, αλλά για παραβολή που συνεπώς ενέχει πάντα ένα υποκειμενικό στοιχείο) γίνεται με επιλογή μεταξύ των διαφόρων μορφών εκείνης προς την οποία μοιάζει περισσότερο το αντικείμενο της περιγραφής.
Από τα πιο δύσκολα χαρακτηριστικά στην περιγραφή και από τα πιο σημαντικά για την ανθρωπολογία είναι το ακριβές χρώμα. Πρόκειται για το χρώμα του δέρματος, των μαλλιών και των ματιών. Για τον σκοπό αυτό υπάρχουν πολλές ανθρωπολογικές κλίμακες, από τις oποίες σπουδαιότερες είναι αυτές που έχουν καταρτίσει ο φον Λούσαν για το δέρμα, ο Φίσερ για τα μαλλιά και ο Μάρτιν για την ίριδα των ματιών. Ορισμένοι ερευνητές, ωστόσο, τείνουν να αντικαταστήσουν τη χρήση (αναγκαστικά κάπως εμπειρική σε όλες τις περιπτώσεις) των ανθρωπολογικών κλιμάκων με αντικειμενικές μετρήσεις του χρώματος, που γίνονται με φωτόμετρο και με βάση το φως που αντανακλάται από το χρωματισμένο αντικείμενο (Βάινερ, 1951). Για να έχουν αξία όλα τα ανθρωπομετρικά δεδομένα, πρέπει να συγκεντρώνονται από έναν αρκετά μεγάλο αριθμό ατόμων της φυλετικής ομάδας ή της ομάδας ανθρώπων μέσα στην οποία γίνεται η έρευνα.
Η α. δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η εμπειρική μελέτη των διαφόρων τύπων ανθρωπολογικών μετρήσεων, που κι αυτές με τη σειρά τους ήταν εμπειρικές, αφού μόλις τα τελευταία χρόνια συμφώνησαν όλοι οι ερευνητές του θέματος σε μερικές βασικές ανθρωπολογικές κλίμακες. Η έλλειψη στατιστικής ανάλυσης των δεδομένων, από τη μια μεριά, και η ποικιλία των κλιμάκων που χρησιμοποιούνται έχουν ως συνέπεια τα αποτελέσματα αυτά να είναι πάντοτε εμπειρικά και όχι επιστημονικά. Γι’ αυτό οι συγκεκριμένες μετρήσεις θα πρέπει να θεωρούνται απλώς εμπειρικοί υπολογισμοί. Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ότι οι εμπειρικοί ανθρωπομετρικοί δείκτες και η θεωρία της α. χρησιμοποιήθηκαν από τους ναζιστές για να αποδείξουν τη σωματική, πνευματική και βιολογική κατωτερότητα των Εβραίων και των Σλάβων. Γι’ αυτό και πολλοί θεωρούν ότι η χρήση της α. αποτελεί περίπτωση χρήσης επιστημονικών δεδομένων για την εξυπηρέτηση ταπεινών συμφερόντων, αντίθετων προς τα συμφέροντα της ανθρωπότητας.
Τα τελευταία χρόνια, η α. εξυπηρετεί πλέον κυρίως εμπορικούς σκοπούς, καθώς τα αποτελέσματά της χρησιμοποιούνται από τις βιομηχανίες ρούχων και τροφίμων (για τον σχεδιασμό ρούχων και τις διατροφικές ανάγκες, αντίστοιχα).
Η επεξεργασία των διαφόρων ανθρωπομετρικών δεικτών γίνεται συχνά με χαρτογραφικές μεθόδους. Για να προσδιοριστεί π.χ. ο δείκτης ρώμης, μεταφέρονται οι τιμές μετρήσεων του σώματος σε τετραγωνισμένο χαρτί· το σχέδιο που θα προκύψει έτσι παραβάλλεται κατόπιν με μορφές-πρότυπα (κατά σειρά: σπλαγχνική, αναπνευστική, εγκεφαλική, μυϊκή).
Ανθρωπολογία. Εξέλιξη του σχήματος του κρανίου. Σημαντική είναι ήδη η διαφορά μεταξύ του κρανίου του απολιθωμένου πιθήκου του μειοκαίνου (1) και του κρανίου του πλησιανθρώπου (2), προανθρωπίδου που ανήκει στους αυστραλοπιθηκίδες. Η εξέλιξη προς το σημερινό ανθρώπινο σχήμα έγινε εμφανέστερη από τον σινάνθρωπο (3)· το κρανίο του ανθρώπου του Κρο-Μανιόν (4), εποχής του ανώτερου παλαιολιθικού, λίγο διαφέρει από το κρανίο του σημερινού ανθρώπου (5).
Για την ταξινόμηση των ανθρώπινων τύπων χρησιμοποιούνται ανθρωπομετρικοί δείκτες από συμβατικές μετρήσεις, που γίνονται πάνω στο ανθρώπινο σώμα. Οι αναλογίες του σώματος καθορίζονται με βάση τη σχέση που υπάρχει μεταξύ των διαφόρων αποστάσεων, οι οποίες υπολογίζονται μεταξύ συγκεκριμένων ανατομικών στοιχείων του σώματος.
* * *ηκλάδος της βιομετρίας με αντικείμενο τη συλλογή και τον συσχετισμό μετρήσεων του ανθρώπινου σώματος.
Dictionary of Greek. 2013.